Την Πέμπτη 26 Σεπτέμβρη πραγματοποιήθηκε το 3ο Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Εργαζομένων CTS με κεντρικό θέμα την «επικαιροποίηση της θεματολογίας του διαλόγου με τη διοίκηση» της CTS, όπως έγραφε το προεδρείο στα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Και όπως ήταν αναμενόμενο από τη δύναμη υπεράσπισης των συμφερόντων της εργοδοσίας, την παράταξη της Ενιαίας Δύναμης, απορρίφθηκαν όλες οι προτάσεις της ΕΣΚ ΟΤΕ που αφορούσαν τη συγκρότηση ενός διεκδικητικού πλαισίου, για την επαναδιαπραγμάτευση της απαράδεκτης για τους εργαζόμενους σύμβασης, η οποία δεν μπορεί να καλύψει ούτε τις στοιχειώδεις ανάγκες μας.
Αναλυτικά απορρίφθηκαν οι προτάσεις μας για:
- Οριζόντια αύξηση σε όλους τους εργαζόμενους της CTS 18%, όσο δηλαδή ήταν η αύξηση που έκανε η εταιρία στους μεγαλοεργολάβους στο τέλος του 2023.
- Κανένας εργαζόμενος κάτω από 1150 ευρώ μεικτά στον βασικό μισθό.
- Κανονισμό εργασίας με κατάργηση της διευθέτησης του χρόνου εργασίας, με νέο κανονισμό μεταθετότητας που να αμείβει αξιοπρεπώς τον εργαζόμενο και να αφαιρεί από την εργοδοσία τη δυνατότητα να τον μετατρέπει σε μπαλάκι για την κάλυψη κενών.
Απορρίφθηκε ακόμα και η πρόταση συμμετοχής του σωματείου στη μεγάλη σύσκεψη συντονισμού των συνδικαλιστικών οργανώσεων, η οποία πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 30/9 και αφορούσε την οργάνωση της μάχης, για τη διεκδίκηση ενίσχυσης των εισοδημάτων και διεύρυνσης των συλλογικών συμβάσεων των εργαζομένων ακόμα και με γενική πανεργατική απεργία. Απεργία η οποία προκηρύχθηκε τελικά για τις 20 Νοέμβρη, μέρα που θα πρέπει όλοι οι εργαζόμενοι στον όμιλο ΟΤΕ να απαντήσουμε με τη μεγάλη συμμετοχή μας στη συνολική επίθεση που δεχόμαστε καθημερινά. Γιατί ο μισθός στην τελική δεν φτάνει για να βγάλουμε το μήνα.
Παρόλα αυτά, το μοναδικό άγχος της πλειοψηφίας της Ενιαίας Δύναμης στο παραπάνω ΔΣ ήταν η έναρξη συζητήσεων με την εργοδοσία για τη θέσπιση ενός νέου κανονισμού μετακινήσεων, προκειμένου οι εργαζόμενοι να μην μπορούν να αρνηθούν τις συνεχείς μετακινήσεις τους σε όλη την επικράτεια. Και αυτό, για να καλυφθούν τα αναρίθμητα κενά στο τεχνικό προσωπικό και να μπορέσει να «βγει» το έργο του FTTH που είναι σε εξέλιξη. Με λίγα λόγια ξεπέρασαν την ιστορική ευκαιρία αντεπίθεσης για τους εργαζόμενους, ιδιαίτερα τώρα που η εργοδοσία πιέζεται από την έλλειψη εργατικών χεριών τα οποία απειλούν τα χρονοδιαγράμματα του FTTH. Έλλειψη που οξύνεται και από τις δεκάδες παραιτήσεις τεχνικών που ψάχνουν την τύχη τους είτε στον ανταγωνισμό είτε εκτός κλάδου.
Δεν είναι η πρώτη, αλλά ούτε η τελευταία φορά που η Ενιαία Δύναμη δίνει χέρι βοηθείας στην εργοδοσία. Η πολιτική τους αποστολή δεν είναι άλλη από τη διατήρηση των εισοδημάτων συνολικά στον όμιλο στον πάτο, προκειμένου να συμπιέζεται ο μισθολογικός μέσος όρος του κλάδου, αφού αυτός επηρεάζεται από το επίπεδο των μισθών στο μεγαλύτερο μονοπώλιο του, τον ΟΤΕ. Αυτό εξυπηρετεί την ανάπτυξη των τηλεπικοινωνιακών έργων και έργων πληροφορικής που είναι σε εξέλιξη, με το μικρότερο δυνατό κόστος για τους μεγαλοεργοδότες συνολικά του κλάδου.
Ο κανόνας πανάκριβες υπηρεσίες, φθηνό εργατικό δυναμικό, θα συνεχίσει να ισχύει όσο οι εργαζόμενοι δεν αποφασίζουμε να βάλουμε φρένο στην κατάσταση που έχουν διαμορφώσει κυβέρνηση, εργοδοσία, εργατοπατέρες. Γι’ αυτό και πρέπει εμείς οι εργαζόμενοι στη CTS αλλά και σε όλο τον όμιλο ΟΤΕ, να βάλουμε στη δική μας «ημερήσια διάταξη» την ανατροπή αυτής της κατάστασης που μας ματώνει καθημερινά. Αρχίζοντας από τώρα την προετοιμασία για τη μεγάλη συμμέτοχή μας στην πανεργατική απεργία στις 20 Νοέμβρη, με αιτήματα όπως τα παραπάνω, που αφορούν εμάς και όχι την κερδοφορία και τα μερίσματα των μεγαλομετόχων του ΟΤΕ.