Πραγματοποιήθηκε
την Τρίτη 7 Σεπτέμβρη η πρώτη αναγνωριστική συζήτηση μεταξύ της διαπαραταξιακής
ομάδας του συλλόγου CTS
και της διοίκησης της επιχείρησης, η οποία σηματοδοτεί και τυπικά την
έναρξη της διαδικασίας για την υπογραφή της νέας συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Από
την τοποθέτηση της εργοδοσίας έγινε φανερό ότι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να
προετοιμάζονται για μεγάλη μάχη. Οι εργαζόμενοι καλούνται να προσαρμοστούν στη
νέα εποχή που σηματοδοτεί το πλάνο «εκσυγχρονισμού» της εταιρίας στο οποίο
σύμφωνα με τη διοίκηση, δεν χωράνε «αγκυλώσεις και αναχρονισμοί του παρελθόντος»,
όπως θέλουν να αποκαλούν τα κεκτημένα δικαιώματα μας. Όπως είπε η εκπρόσωπος
της επιχείρησης τέτοιου είδους στοιχεία περιλαμβάνονται μέσα στην παρούσα ΣΣΕ η
οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε ισχύ. Πιο συγκεκριμένα χαρακτήρισε
«αναχρονιστική» την κατάσταση που επικρατεί με τις πολλές και διαφορετικές
ταχύτητες εργαζομένων στη CTS
υποστηρίζοντας την μετάβαση σε ένα πιο απλό σχήμα ΣΣΕ. Βέβαια, αυτή η
κατάσταση είναι αποτέλεσμα της πολιτικής που ακολούθησε η εργοδοσία όλα τα
προηγούμενα χρόνια, με την συμφωνία της πλειοψηφίας της ΟΜΕ ΟΤΕ.
Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να έχουν καμία αυταπάτη. Η
εργοδοσία μιλάει στη λογική της εξίσωσης μισθών και δικαιωμάτων προς τα κάτω. Για να μην
δημιουργηθεί καμία παρεξήγηση για τις προθέσεις της, φρόντισε μάλιστα να
υπενθυμίσει ότι τα περιθώρια για τους εργαζόμενους είναι πολύ στενά και ότι
στις 31/10 η ΣΣΕ λήγει, με ότι αυτό συνεπάγεται στην περίπτωση που δεν υπάρξει
συμφωνία. Η εργοδοσία δεν μιλάει τυχαία. Αποθρασυμμένη από τους αντεργατικούς
νόμους που ψήφισαν τόσο αυτή όσο και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, με
αποκορύφωμα το αντεργατικό έκτρωμα Χατζηδάκη, βαπτίζει σύγχρονη και προοδευτική,
τη δυνατότητα ο εργαζόμενος να προσαρμόζεται κατά βούληση στις ανάγκες
κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητάς της.
Από την πλευρά της παράταξης μας, της ΕΣΚ, βάλαμε κάποιες αρχικές πλευρές
που θα πρέπει να είναι δεδομένες αν θέλουμε να μιλάμε για μία σύμβαση που θα
εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων:
· Παρά το γεγονός ότι μιλάμε για ένα νέο εταιρικό
σχήμα, θα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι υπάρχει ήδη σε ισχύ η ΣΣΕ που μας
ακολουθεί από την μητρική εταιρία. Ως εκ τούτου οι συζητήσεις θα πρέπει να
αρχίσουν με βάση την παρούσα ΣΣΕ και όχι από σημείο κατώτερο αυτής.
· Ότι η εργοδοσία έχει ήδη παραβιάσει τους όρους του
προεδρικού διατάγματος για την μεταφορά του προσωπικού σε θυγατρική εταιρία,
αφού κατάργησε μονομερώς τα τρία ταμεία (ταμείο νεότητας, αλληλοβοήθειας,
συνταξιοδοτικό της cosmote), που
αφορούν συμφωνίες που έχουν επικυρωθεί σε παλαιότερες συλλογικές συμβάσεις, εξοικονομώντας
από αυτή την κίνηση 800000€ το χρόνο. Κατά τη γνώμη μας λοιπόν, η νέα ΣΣΕ θα
πρέπει να προβλέπει την επιστροφή των χρημάτων αυτών στους εργαζόμενους που τα
έχουν στερηθεί, αν όχι με τον ίδιο τρόπο, με κάποιον που θα συμφωνηθεί με το
σύλλογο της CTS.
· Παρόλο που το σωματείο θα ζητήσει στοιχεία από τη
διοίκηση που αφορούν την ανθρωπογεωγραφία της επιχείρησης καθώς και οικονομικά
δεδομένα αυτής, μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι η στρατηγική του ψηφιακού
μετασχηματισμού της χώρας, ευνοεί κατά κύριο λόγο τις εταιρίες του κλάδου, όπως
η δικιά μας που ηγείται μάλιστα της αγοράς των τηλεπικοινωνιών και της
πληροφορικής. Αυτός ο ηγετικός ρόλος, αλλά και η προοπτική ανάπτυξης και
εκσυγχρονισμού, δεν προέκυψε από το πουθενά. Είναι αποτέλεσμα της εργασίας
χιλιάδων εργαζομένων που παράγουν τα εξωπραγματικά κέρδη που παρουσιάζονται στις τριμηνιαίες καταστάσεις οικονομικών
αποτελεσμάτων. Για αυτό το λόγο, η πραγματικότητα των
πολλών διαφορετικών ταχυτήτων στους εργαζόμενους, πράγματι είναι αναχρονιστική
και τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είναι ώριμες οι συνθήκες για την
εξίσωση των μισθών και των δικαιωμάτων προς τα πάνω μέσω μίας νέας πραγματικά
σύγχρονης ΣΣΕ.
Πέρα από τα παραπάνω αρχικά αιτήματα που αφορούν την ΣΣΕ, τοποθετηθήκαμε στα
τρέχοντα, μεγάλης σπουδαιότητας, ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους της CTS. Συγκεκριμένα:
· Επειδή τα νέα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι και
οι εμβολιασμένοι μπορεί να νοσήσουν και να μεταδώσουν το κορονοϊό τοποθετηθήκαμε για την ανάγκη ο διαγνωστικός
έλεγχος να αφορά το σύνολο του προσωπικού και το κόστος να το επωμιστεί η
εταιρία. Ο διαγνωστικός έλεγχος όλων των εργαζόμενων είναι αναγκαίος
προκειμένου να προστατευτεί το κοινωνικό σύνολο (η φύση της δουλειάς για
παράδειγμα του τεχνικού πεδίου τον βάζει μέσα στο σπίτι του πελάτη), αλλά και
τυχόν άτομα ευπαθών ομάδων που ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να έχει στην
οικογένειά του.
Παράλληλα
προτείναμε να ξεκινήσει άμεσα μία καμπάνια ενημέρωσης των εργαζομένων στη CTS,
με ευθύνη των ιατρών εργασίας, που είναι και οι πλέον κατάλληλοι για αυτή τη
διαδικασία, προκειμένου να διαλυθούν τυχόν αμφιβολίες που έχουν εργαζόμενοι
ώστε να πειστούν για την ανάγκη εμβολιασμού τους.
· Καλέσαμε την εταιρία να σταματήσει τον εκβιασμό
στους διοικητικούς – οικονομικούς εργαζόμενους που μονομερώς και παρανόμως
επιχειρεί να αλλάξει το αντικείμενο εργασίας τους τροποποιώντας την σύμβασή
τους. Για να δικαιολογήσει αυτή την κίνηση ισχυρίζεται ότι η θέση τους
καταργείται, οπότε η μόνη λύση είναι να γίνουν όλοι τεχνικοί πεδίου! Γνωρίζει
όμως πολύ καλά ότι πολλοί από αυτούς είναι μεγάλοι σε ηλικία, γυναίκες χωρίς
καμία εμπειρία στο τεχνικό κομμάτι, με αρκετά προβλήματα υγείας τα οποία και
γνωρίζουν οι γιατροί εργασίας. Ο σκοπός είναι φανερός. Με όχημα το αξιολόγιο οι
συγκεκριμένοι εργαζόμενοι να συρθούν σε ακόμα μία «εθελούσια» ή κανονική
απόλυση. Ζητήσαμε το προφανές. Να απασχοληθούν σε θέσεις που είναι κοντά στο
αντικείμενο στο οποίο προσλήφθηκαν, ιδιαίτερα για τους εργαζόμενους με τα
προβλήματα που περιγράψαμε.
Καλούμε τους εργαζόμενους να βρίσκονται σε αγωνιστική
ετοιμότητα, βάζοντας στο στόχαστρο όχι μόνο την εργοδοσία αλλά και αυτούς που
της παρέχουν τα όπλα για να οξύνει την επίθεση και τους εκβιασμούς στους
εργαζόμενους, δηλαδή την κυβέρνηση και την αντεργατική πολιτική της. Τους
καλούμε να πρωτοστατήσουν στους αγώνες του ταξικού εργατικού κινήματος, που θα
κλιμακωθούν την επόμενη περίοδο, όχι μόνο για να μείνει το αντεργατικό έκτρωμα
Χατζηδάκη στα χαρτιά, αλλά και για την κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου
που οι κυβερνήσεις έχτιζαν τα προηγούμενα χρόνια. Μόνο η δύναμη και η
αποφασιστικότητά τους μπορούν να εξασφαλίσουν μία πραγματικά σύγχρονη σύμβαση
πιο κοντά στις ανάγκες τις δικές τους και των οικογενειών τους, σύμβαση που να
συμβαδίζει με την τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της εξέλιξης
της τεχνολογίας.