
Η διοίκηση του ΟΤΕ ανακοινώνει, αυτές
τις μέρες, αυξήσεις σε νεότερους εργαζόμενους. Προφανώς και οι αυξήσεις αυτές
είναι ευπρόσδεκτες. Δουλεμένα λεφτά είναι, μικρό κομμάτι του τεράστιου πλούτου
που παράγουμε. Πρέπει, όμως, να γίνει ξεκάθαρο σε όλους, και σε αυτούς που
είναι αποδέκτες αυτών των αυξήσεων, ότι η εργοδοσία δεν έγινε ξαφνικά καλή και
δίνει αυξήσεις ούτε φυσικά έχει στόχο να ανταμείψει τους άξιους, αυτούς που
δουλεύουν σκληρά και άλλα τέτοια που λένε κατά καιρούς τα στελέχη της. Η
εργοδοσία προσπαθεί με το «καρότο» των αυξήσεων να επιτύχει μια σειρά στόχων
της.
- Θέλει να αποσυνδέσει τη ΣΣΕ από τη μισθολογική
εξέλιξη ώστε να διαρραγεί το μέτωπο συλλογικής διεκδίκησης των εργαζόμενων. - Θέλει να κατευνάσει την οργή των νεότερων
εργαζόμενων. Αυτή η οργή δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Συσσωρεύεται εδώ και
χρόνια ωστόσο η εργοδοσία προσπαθεί τώρα να την κατευνάσει γιατί η οργή αυτή
εκφράστηκε το τελευταίο διάστημα με τη συμμετοχή των νέων εργαζόμενων στις
δράσεις των σωματείων και κορυφώθηκε στον πρόσφατο πολυήμερο απεργιακό αγώνα
γεγονός που θορύβησε τη διοίκηση του ΟΤΕ. - Θέλει να δείξει ακόμα πιο έντονα στους
παλαιότερους εργαζόμενους ότι δεν τους θέλει ώστε να οδηγήσει όσο το δυνατόν
περισσότερους στην έξοδο.
Η διοίκηση του ΟΤΕ που δίνει σήμερα
αυξήσεις είναι η ίδια διοίκηση που έχει μειώσει μισθούς, που έχει κάνει απολύσεις,
που απειλεί οδηγώντας ακόμα και στο θάνατο συναδέλφους, που έχει καθιερώσει 2
μισθολόγια εντός της ΣΣΕ για παλιούς και νέους, που έχει χιλιάδες
ενοικιαζόμενους ή εργολαβικούς, που στην πρόσφατη απεργία έκανε μηνύσεις και
ζήτησε συλλήψεις απεργών. Είναι, δηλαδή, η ίδια διοίκηση που μας έχει φθάσει
στη κατάσταση που βιώνουμε σήμερα. Ας μην έχει κανείς την αυταπάτη ότι η
διοίκηση του ΟΤΕ, όπως και η διοίκηση κάθε μονοπωλιακού ομίλου, δρα με γνώμονα
το καλό των εργαζόμενων. Το μόνο κριτήριο των ενεργειών της είναι η αύξηση της
κερδοφορίας και η διεύρυνσης της ανταγωνιστικότητας της εταιρίας. Οι αυξήσεις
σε ατομικό επίπεδο με βάση την αξιολόγηση είναι εφαρμογή της σύνδεσης του
μισθού με την παραγωγικότητα, που εξωθεί τον εργαζόμενο σε ένα διαρκές κυνήγι
στόχων, σε μια διαρκή αύξηση της εντατικοποίησης και στον ανταγωνισμό με το
συνάδελφο του γιατί οι ατομικές αυξήσεις δεν είναι για όλους αλλά για αυτούς
που είναι αρεστοί κάθε φορά στην εργοδοσία.
Οι αυξήσεις αυτές εντάσσονται στο
ευρύτερο πλαίσιο της εφαρμογής του μετασχηματισμού – αναδιάρθρωσής του ομίλου. Η μετάβαση στις θυγατρικές, πέρα από το
όποιο επιχειρηματικό όφελος μπορεί να προσφέρει στον όμιλο ώστε να
αντιμετωπίσει από καλύτερη θέση τον ανταγωνισμό με τις άλλες εταιρίες του
κλάδου, αποβλέπει στο περαιτέρω χτύπημα των μισθολογικών και εργασιακών
δικαιωμάτων αφού η μείωση της τιμής πώλησης της εργατικής δύναμης αποτελεί το
βασικό πεδίο κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Μέσω, λοιπόν, αυτών
των αυξήσεων επιδιώκει να μας πείσει ότι δεν πρέπει ως εργαζόμενοι του ομίλου
ΟΤΕ να διεκδικούμε αυτό που το σύνολο των εργαζόμενων έχει αποδειχθεί ως ένα
από τα βασικότερα αιτήματά μας : Την υπογραφή ΜΙΑΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΣΣΕ για όλους τους
εργαζόμενους του ομίλου ΟΤΕ, ανεξαρτήτως της εταιρίας και σχέσεως εργασίας, με
εξίσωση μισθών και δικαιωμάτων προς τα πάνω. Η διεκδίκηση και η υλοποίηση αυτού
του αιτήματος είναι ο εφιάλτης της εργοδοσίας αφού θα έβαζε φρένο στους
αντεργατικούς σχεδιασμούς της και για αυτό προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας
πείσει ότι δεν πρέπει να το διεκδικούμε. Κατά τη διάρκεια της απεργίας το έκανε
με την καταστολή τώρα το κάνει με το «τυράκι» των αυξήσεων. Το «τυράκι», όμως,
αυτό έχει φάκα και εμείς ως εργαζόμενοι οφείλουμε να την αποφύγουμε.
Πέρα, από τα κέρδη που θα αποφέρει
στην εργοδοσία ο μετασχηματισμός, η διοίκηση του ΟΤΕ, όπως και τα υπόλοιπα
μονοπώλια, αναμένουν την υλοποίηση των απαιτήσεων τους από την κυβέρνηση, όπως
αυτές διατυπώθηκαν από το ΣΕΒ σε συνάντηση με τον υπουργό Εργασίας. Οι
απαιτήσεις αυτές περιλαμβάνονται στο υπό κατάθεση στη Βουλή νομοσχέδιο με το
οποίο η κυβέρνηση κάνει το 8ώρο 10ωρο καταργώντας την αμοιβή των υπερωριών,
απαγορεύει στην ουσία την απεργία ειδικά για εταιρίες κοινής ωφέλειας όπως ο
ΟΤΕ αφού ορίζει ότι το προσωπικό ασφαλείας πρέπει να είναι ίσο με το 40% του
προσωπικού, ποινικοποιεί τη συνδικαλιστική δράση, απονεκρώνει τις συλλογικές
διαδικασίες επιβάλλοντας ηλεκτρονικές συσκέψεις και ψηφοφορίες, ορθώνει
ανυπέρβλητα εμπόδια για την προκήρυξη απεργίας ακόμα και μιας μέρας.
Συνεπώς, η όποια αύξηση δεν πρέπει και
δεν μπορεί να μας αποτρέψει από τη συλλογική διεκδίκηση βελτίωσης των όρων ζωής
και δουλειάς. Ο μετασχηματισμός του
ομίλου επιβάλει τη θωράκιση των εργαζόμενων απέναντι στα σχέδια της εργοδοσίας.
Η θωράκιση αυτή μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υλοποίηση των παρακάτω
αιτημάτων:
1)
Υπογραφή
ΜΙΑΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΣΣΕ για όλους τους εργαζόμενους του ομίλου ΟΤΕ, τόσο της μητρικής
όσο και όλων των θυγατρικών, με εξίσωση μισθών και δικαιωμάτων προς τα πάνω.
2)
Υπογραφή
Ενιαίου Κανονισμού Προσωπικού για τους εργαζόμενους όλων των εταιριών του
ομίλου ΟΤΕ
3)
Η
διεκδίκηση και η υπογραφή μιας τέτοιας ΣΣΕ και Ενιαίου Κανονισμού Προσωπικού απαιτεί
την άμεση μετατροπή της Ομοσπονδίας σε κλαδική.
Τα αιτήματα αυτά, που έχουν
αγκαλιαστεί, από το σύνολο των εργαζόμενων, η ΕΣΚ – ΟΤΕ τα έχει αναδείξει εδώ
και χρόνια και η ευθύνη για τη μη υλοποίησή τους, βαραίνει κατά κύριο λόγο τις
δυνάμεις της πλειοψηφίας του συνδικαλιστικού κινήματος του ΟΤΕ αλλά και άλλες
δυνάμεις, που κατά καιρούς εμφανίζονται, στα λόγια, ιδιαίτερα αγωνιστικές, οι
οποίες ακόμα και σήμερα σπέρνουν το διαχωρισμό ανάμεσα στους εργαζόμενους με
βάση το αν η εργοδοσία επιλέγει ή όχι να τους στείλει σε θυγατρικές.
Επίσης, ο σχεδιασμός της κυβέρνησης να
ψηφίσει το νομοσχέδιο – οδοστρωτήρα που επιστρέφει τις εργασιακές σχέσεις 150
χρόνια πίσω και μάλιστα εν μέσω lockdown,
πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα αποφύγει της αντιδράσεις των εργαζόμενων,
απαιτεί την άμεση κινητοποίηση όλων μας ώστε το νομοσχέδιο αυτό να μην
κατατεθεί στη βουλή.
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΜΕ
ΜΑΖΙΚΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 26/11/2020